ῥοίδια

ῥοίδια
ῥοίδιον
small pomegranate
neut nom/voc/acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ροϊδιά — η, Ν βοτ. βλ. ροδιά …   Dictionary of Greek

  • ροδιά — Oνομασία 8 οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Αιγιαλείας, του νομού Αχαΐας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (3 τ. χλμ.) και βρίσκεται NA του Αιγίου. 2. Oρεινός οικισμός (υψόμ. 500 μ.), στην πρώην επαρχία Πάτρας, του… …   Dictionary of Greek

  • ρυδία — ἡ, Α (κατά τον Ησύχ.) «ῥόα ή ῥοιά». [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. αντί ῥοϊδία (< ῥόα)] …   Dictionary of Greek

  • εθιμικά τραγούδια — Διάφορα δημοτικά τραγούδια που αναφέρονται σε λατρευτικά και άλλα έθιμα. Πολλά από αυτά είναι προχριστιανικά και τα τραγουδούσαν σε διάφορες εποχές του έτους με σκοπό μαγικό, παραδείγματος χάριν για να βοηθήσουν στην ανάπτυξη των καρπών και στην… …   Dictionary of Greek

  • ροδιά — ροδιά, η και ροϊδιά, η κοινή ονομασία του δικοτυλήδονου φυτού Πουνική η ροιά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ρόιδι — το και ροϊδιά, η κτλ., βλ. ρόδι, ροδιά κτλ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”